- proteinotherapy
- протеиновая терапия; протеинотерапия
English-Russian small dictionary of medicine. Г.Ю. Бельман, А.Е. Бойков.. 2015.
English-Russian small dictionary of medicine. Г.Ю. Бельман, А.Е. Бойков.. 2015.
πρωτεϊνοθεραπεία — η, Ν ιατρ. η παρεντερική χορήγηση πρωτεϊνών, ξένων για τον ανθρώπινο οργανισμό, για προληπτικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. proteinotherapy < πρωτεΐνη + θεραπεία] … Dictionary of Greek